8/28/2007

Κυριακάτικη Αυγή στις 26 / 08 / 2007

Αριστερά και πολιτισμός

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΣΤΑΜΑΤΗ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗ

Να ξεκινήσουμε από την υποψηφιότητα σας: Ποιοι λόγοι σας ώθησαν να αποδεχτείτε την πρόταση του Αλέκου Αλαβάνου να είστε υποψήφια με τον ΣΥΡΙΖΑ; Σχεδόν 20 χρόνια ήσασταν ανένταχτη!

- Πάντα όμως στο χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Και ήμουν σταθερά υπέρμαχη της ευρύτερης δυνατής ενότητας στη δράση της. Και σήμερα είμαι κομματικά ανένταχτη, εντάσσομαι όμως στο συγκεκριμένο εγχείρημα ενότητας και κοινής δράσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τη σημερινή του σύνθεση, τις προγραμματικές δηλώσεις του και τον τρόπο λειτουργίας του μπορεί να μην ενσωματώνει ακόμα αυτό που χρειάζεται σ΄ όλη του την έκταση, αντιπροσωπεύει όμως την πιο προωθημένη μέχρι σήμερα πραγμάτωση ενός τέτοιου αριστερού συνασπισμού. Θα πρέπει βέβαια να τον αντιμετωπίσουμε ως ένα εγχείρημα υπό εξέλιξη, που απαιτεί φροντίδα και που η τύχη του, συμπεριλαμβανόμενης κι αυτής της εκλογικής μάχης, θα κρίνεται καθημερινά. Φυσικά, προϋπόθεση για την εξέλιξη του αποτελεί το να παραμείνουν ανοιχτές οι γραμμές του για την ισότιμη συνεργασία και των υπόλοιπων μεγαλύτερων ή μικρότερων ρευμάτων και ανένταχτων προσώπων αυτής της Αριστεράς, όταν και εφόσον το θελήσουν.

- Συμμερίζεστε την ιδέα ότι ένας διαφορετικός ηλεκτρισμός διαπερνά τώρα το σώμα της Αριστεράς; Ή μήπως αυτή αποτελεί απλώς τον ευσεβή μας πόθο;

- Δε θα ήθελα να ωραιοποιήσω την κατάσταση. Όμως θα ήμασταν τυφλοί αν δε βλέπαμε ότι πράγματι κάτι έχει αλλάξει, κι ότι αυτό το κάτι μπορεί να δημιουργήσει ή και δημιουργεί μια νέα δυναμική μέσα στον κόσμο. Λίγο-πολύ όλοι όσοι ενταχθήκαμε στη μάχη των εκλογών αυτές τις μέρες συναντούμε ανθρώπους που έρχονται σ΄ επαφή μαζί μας δηλώνοντας ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από την τελευταία φορά που έκαναν μια τέτοια κίνηση. Πιστεύω ότι πρόκειται για σκεπτόμενους ανθρώπους, ότι δεν είναι ένας ενθουσιασμός της στιγμής. Και βέβαια τo ζητούμενο είναι στις υπολειπόμενες μέρες της σύντομης προεκλογικής περιόδου αυτή η κίνηση να μετατραπεί σε ρεύμα.

- Θεωρείτε δηλαδή ότι η πολιτική συμφωνία οργανωμένων και ανένταχτων δυνάμεων της αριστεράς μπορεί ν΄ αποτελέσει θετική ρωγμή και στο δικό της κέλυφος, να μετατραπεί σε ουσιαστικό βήμα ενότητας;

- Πριν ένα μήνα σε μια εκδήλωση τιμής με αφορμή τα 80 χρόνια του Ευτύχη Μπιτσάκη ο Ρούντι ο Ρινάλντι είπε από το βήμα ότι ο ίδιος και η οργάνωση του έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή και συνεργασία με ρεύματα της Αριστεράς με τα οποία στο παρελθόν δεν είχε καμιά σχέση. Αυτό πιστεύω ότι ισχύει και για μένα και για μεγάλο τμήμα των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ. Αν στο παρελθόν οι διάφορες συνιστώσες του είχαν μεταξύ τους κάποια σχέση, αυτή δεν έβγαινε έξω απ’ τα όρια της πολεμικής. Εννοώ λοιπόν ότι όλοι μας έχουμε την ανάγκη να μάθουμε να συνδιαμορφώνουμε μια κουλτούρα ουσιαστικού διαλόγου. Στη θέση αυτού που κυριαρχούσε και σε μεγάλο βαθμό κυριαρχεί και σήμερα στην αριστερά, μιας κουλτούρας ελέγχου του άλλου, είτε πρόκειται για άλλο ρεύμα είτε για το διπλανό μας σύντροφο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύω ότι αποτελεί ένα όχι ασήμαντο βήμα στην κατεύθυνση αυτού που χρειαζόμαστε, στο να μάθουμε να στήνουμε πραγματικό αυτί σ΄ αυτό που λέει ο άλλος. Όχι μόνο για να του «απαντήσουμε» με το άγχος της επιβολής με κάθε κόστος της άποψης μας, αλλά και με την ανησυχία μήπως σε κάτι έχει δίκιο, μήπως σε κάτι το λάθος το κάνουμε εμείς. Κοιτάξτε την σημερινή κατάσταση της αριστεράς, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σ΄ ολόκληρο τον κόσμο. Στο εργατικό κίνημα έχει σημειωθεί πολύ σημαντική πρακτική υποχώρηση, ενώ τα κινήματα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση αποτελούν μεγάλες ελπίδες, αλλά δεν είναι σε θέση από μόνα τους ν΄ απαντήσουν στις απαιτήσεις της πάλης για την απόκρουση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης. Όσο για τα μεγάλα ζητήματα θεωρίας και πολιτικής, είναι τα περισσότερα ανοιχτά. Σ΄ αυτές τις συνθήκες λοιπόν, η κατάκτηση μιας τέτοιας κουλτούρας δεν αποτελεί πολυτέλεια, είναι αντίθετα επείγουσα ανάγκη. Απ’ αυτή την άποψη το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ θ΄ αποτελέσει μέτρο και κριτήριο περισσότερο για τη δική μας ωριμότητα στα αιτήματα των καιρών παρά για την ωριμότητα των κοινωνικών δυνάμεων που καλούμε να πάρουν μέρος και να το στηρίξουν κάνοντας το δική τους υπόθεση.

- Κάνουμε πάντα λόγο για το στημένο παιχνίδι του δικομματισμού. ΄Εχει η αριστερά μερίδιο ευθύνης για τον πολιτικό καθωσπρεπισμό, την υποταγή στην αβρότητα και τους καλούς τρόπους που προωθεί το σύστημα;

- O δικομματισμός επιτελεί ένα συγκεκριμένο ρόλo. Τη χειραγώγηση της δυσαρέσκειας των εργαζόμενων και της νεολαίας, εφευρίσκοντας οδούς όσο γίνεται ανώδυνων διαφυγών. ‘Eτσι ώστε αυτή η δυσαρέσκεια να μη μετατρέπεται σε δύναμη πάλης για την αλλαγή των πραγμάτων κι οι άνθρωποι να παραμένουν πολιτικά εγκλωβισμένοι. Με όλη τη γκάμα στην ποικιλία των μορφών που παίρνει ο δικομματισμός στον αναπτυγμένο καπιταλισμό, έχει μετατραπεί στο εργαλείο που εξασφαλίζει τ’ ότι ο οδοστρωτήρας της νεοφιλελεύθερης επίθεσης εμφανίζεται ως μονόδρομος. Χρησιμοποιεί γι΄ αυτό όλα τα μέσα στη διάθεση του συστήματος. Τις υπερεθνικές ρυθμίσεις, αλλά και το κράτος στον οικονομικό και κατασταλτικό του ρόλο - το κράτος το θέλει μικρότερο μόνο ως προς τις κοινωνικές λειτουργίες του. Κι αυτό το κάνει σε στενό συντονισμό με τους πανίσχυρους ομίλους των μμε και προπαντός με την εργοδοσία στους μεγάλους τόπους δουλειάς του ιδιωτικού τομέα. Σ΄ αυτές τις συνθήκες η αριστερά δε μπορεί να μιλά σαν αριστερός τεχνοκράτης που επιχειρεί να κάνει αποδοτικότερη ή πιο ανθρώπινη τη διαχείριση μιας υπόθεσης που θυσιάζει τον άνθρωπο στον βωμό του κέρδους. Σήμερα ακόμα ερευνούμε το πως μπορεί ν΄ αρθρωθεί ένας πραγματικός αριστερός αντίλογος στη λαίλαπα που σάρωσε σχεδόν τα πάντα στις δύο τελευταίες δεκαετίες. Ο πολιτικός καθωσπρεπισμός βοηθά μόνο στην αποδοχή της αριστεράς και κυρίως των στελεχών της, στις δημόσιες σχέσεις τους με τους «πάνω». Ταυτόχρονα υψώνει ακόμη ψηλότερα τείχη ανάμεσα στην αριστερά και στη λαϊκή της βάση, τους εργαζόμενους και τη νέα γενιά.

- Κατά τη γνώμη σας, πως θα πρέπει να μιλήσουμε πραγματικά ώστε να υπονομευθούν ουσιαστικά οι «αυτοδυναμίες»;

- Παλιότερα οι δρόμοι προσέγγισης της αριστεράς με τους εργαζόμενους και τη νεολαία περνούσαν μέσα από τη λεγόμενη «πολιτική των αποκαλύψεων» της πραγματικής εικόνας της ζωής και του κόσμου. Η αριστερά επιχειρούσε να διαρρήξει το παραπέτασμα του επιφαινόμενου και να δημιουργήσει ρωγμές στις διάφορες μορφές ψευδούς συνείδησης. Εργαλείο της, η οργάνωση της πάλης για τα προβλήματα των λαϊκών ανθρώπων σε συνδυασμό με τη θεωρητική δουλειά. Για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να πειστούν για την πραγματικότητα και για την πραγματική τους κατάσταση «από την ίδια τους την πείρα», όπως έλεγαν γενιές ολόκληρες αριστερών.

Και σήμερα χρειάζεται να καταφέρουμε «να πειστούν οι εργαζόμενοι από την ίδια τους την πείρα», δεν υπάρχει κατά κανόνα άλλος δρόμος για την αυτοσυνείδηση. Μπορούν όμως πλέον οι αποκαλύψεις να είναι το βασικό εργαλείο γι΄ αυτό; Υπάρχει ένας νέος συνδυασμός: Μια άνοδος του γενικού μορφωτικού και πολιτιστικού επίπεδου των εργαζόμενων - και ιδιαίτερα των νέων – παράλληλη με τη στροφή του συστήματος, μέσω της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης του, σε καταστάσεις απροκάλυπτης εκμετάλλευσης τους. Ενώ ταυτόχρονα οι ελίτ του πλούτου και της πολιτικής επιδεικνύουν πολύ πιο ακομπλεξάριστα απ’ ότι στο παρελθόν ένα τρόπο ζωής που δεν τηρεί ούτε τα βασικά προσχήματα. Σ΄ αυτές τις συνθήκες μειώνονται δραστικά τα περιθώρια ψευδαισθήσεων για την πραγματική κατάσταση της ζωής μας. Ο σημερινός πολυπτυχιούχος άνεργος ή η «αριστοκρατία» της νεολαίας που αποτελεί η λεγόμενη «γενιά των 700 ευρώ» - αυτοί οι προνομιούχοι της πλήρους απασχόλησης, όταν η τάση είναι για συνεχή αύξηση της «γενιάς των 300 έως 450 ευρώ», της γενιάς της flexicurity - δε χρειάζεται την αριστερά για να συνειδητοποιήσει την κατάσταση του. Την αριστερά τη χρειάζεται για να τον πείσει ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι αδιέξοδη, ότι η αποσάθρωση της ζωής του δεν είναι νομοτελειακή, ότι η παθητικότητα και το κυνήγι των ατομικών λύσεων δεν είναι μονόδρομος. Το μεγάλο στοίχημα σήμερα για την αριστερά είναι να πείσει ότι είναι δυνατόν να υπάρξουν συλλογικές λύσεις. Απ’ αυτή την άποψη βρισκόμαστε σήμερα πιο πίσω κι απ’ τον 19ο αιώνα. Ας σκεφτούμε μόνο ότι στις ΗΠΑ την Πρωτομαγιά του 1886, με τα συνδικάτα στις εμβρυικές τους μορφές, ανταποκρίθηκαν και κατέβηκαν σε απεργία “μέχρι να καθιερωθεί το 8ωρο” 500.000 άνθρωποι ταυτόχρονα σ΄ όλη τη χώρα… Αρχές 21ου αιώνα κι εποχή της παγκοσμιοποίησης και του “παγκόσμιου χωριού” από την άποψη της πληροφόρησης, με το 8ωρο να καταστρατηγείται παντού και προς τα πάνω και προς τα κάτω, σε ποιες χώρες θα μπορούσε να οργανωθεί μια τέτοια κινητοποίηση;

Απ’ αυτή την άποψη δεν είναι τυχαίο ότι και η συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και η προσέγγιση αποστασιοποιημένων ανθρώπων αλλά και νέων μαζί του συνοδεύτηκε από την άνοδο των αγώνων του εκπαιδευτικού κινήματος. Απ’ τ’ ότι η αριστερά στις πιο διαφορετικές μορφές κι εκφράσεις της κατάφερε να πείσει τα τελευταία δύο χρόνια ένα σημαντικό τμήμα ανθρώπων, νέων αλλά και μεγαλύτερων, ότι οι αγώνες μπορούν (και πάλι) να φέρουν αποτελέσματα.

Αριστερά και τέχνη

- Αριστερά και πνευματικότητα, αριστερά και τέχνη ήταν κάποτε συνώνυμες έννοιες. Τι γίνεται σήμερα;

- Yπήρξε μια πολύ σημαντική παγκόσμια παράδοση, τα πιο ανήσυχα πνεύματα μέσα απ’ τις αναζητήσεις τους να διασταυρώνονται με τις ιδέες της Αριστεράς. Απ’ αυτή τη συνάντηση προέκυπτε μια αλληλεπίδραση που γονιμοποιούσε ιδέες, έργα τέχνης κι ανθρώπους. Η ίδια η τέχνη “μεγάλωνε” τόσο ώστε στο πλαίσιο της να χωράει, με ή όχι ουτοπικό τρόπο, δεν έχει σημασία, η ιδέα της ανθρώπινης απελευθέρωσης. Η καλλιτεχνική δημιουργία απελευθερωνόταν απ’ τ’ ασφυκτικά όρια της “τέχνης για την τέχνη” και πάλευε να συναντηθεί με το κοινό της. Οι καλλιτέχνες κατρακυλούσαν από τους κάθε λογής Παρνασσούς για να προσγειωθούν μέσα στη ζωή που πάντα, μίζερη ή εκτυφλωτική, είναι πολύ πιο συναρπαστική απ’ την οποιαδήποτε ιδεατή μούσα. Πολλοί απ’ αυτούς συστρατεύονταν με την αριστερά όχι μόνο μέσα απ’ το έργο τους, αλλά και με όλη τη ζωή τους. Ενώ στο κίνημα της αριστεράς το εγχείρημα για γνώση και αυτοσυνείδηση μπολιαζόταν με την αισθητική της απόλαυσης.

Τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα σημαντικά ρεύματα του μοντερνισμού συναντήθηκαν με την αριστερά, με το εργατικό, επαναστατικό κίνημα. Στη Γαλλία και στο Μεξικό αυτή η συνάντηση σφράγισε το έργο και τη ζωή μερικών από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες στον κόσμο κι άλλαξε ριζικά τις παραδοχές μας στις εικαστικές τέχνες. Στη Γερμανία, πάλι, μ΄ εμβληματικές φιγούρες της τέχνης της Δημοκρατίας της Βαιμάρης τον Μπρεχτ, τον Γκρος, τον Ντιξ και τον Χάρτφιλντ, τον Βάιλ και τον Άισλερ, υπήρξε μια ολόκληρη γενιά νέων δημιουργών με ένα συλλογικό όραμα για την τέχνη και την κοινωνία. Ανασυνθέτοντας σε μεγάλο βαθμό ιδέες κι επιδράσεις απ’ το εξωτερικό, ιδιαίτερα της ρωσικής πρωτοπορίας, χρησιμοποιώντας ως όχημα όλες τις καλλιτεχνικές ανακαλύψεις όλων των κινημάτων του μοντερνισμού και κάνοντας χρήση ό,τι νεότερου τεχνολογικού μέσου, δημιούργησαν, στα λίγα χρόνια μέχρι να τα σαρώσει όλα η ναζιστική λαίλαπα, ένα νέο ρεαλισμό που άφηνε μεγαλύτερα περιθώρια στη φαντασία και την ουτοπία. Αυτή η γενιά μετακίνησε σ’ ένα νέο, πολύ ευρύτερο και λιγότερο προσωπικό επίπεδο, το κίνημα του μοντερνισμού, το οποίο για πρώτη φορά άρχισε ν΄ αποκτά ακροατήριο μέσα στις λαϊκές μάζες. Ενώ την περίοδο της οχταετίας κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση η ρωσική πρωτοπορία σ΄ όλους τους τομείς της τέχνης, από το θέατρο, τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο μέχρι τη λογοτεχνία και σ΄ όλες τις εκφάνσεις της, από τους κυβοφουτουριστές και τους σουπρεματιστές – ο Μάλεβιτς ήθελε μάλιστα να ιδρύσει και πολιτικό κόμμα της τέχνης! – μέχρι τους κονστρουκτιβιστές, συναντήθηκε με το επαναστατικό εργατικό κίνημα σε συνθήκες απόλυτης ελευθερίας της καλλιτεχνικής έκφρασης. Αποτέλεσμα, πέρα απ’ όλα τ΄ άλλα, η παραγωγή σε μια κατεστραμμένη χώρα, εκείνα τα λίγα χρόνια, ό,τι πιο προωθημένου στον κόσμο σχεδόν σε κάθε τομέα της τέχνης.

Αυτή η παράδοση εδώ στην Ελλάδα ανέδειξε τόσους σημαντικούς καλλιτέχνες από το μεσοπόλεμο, την Αντίσταση και τον εμφύλιο μέχρι τα χρόνια του ανώμαλου μετεμφυλιοπολεμικού καθεστώτος.

Αυτή είναι η παράδοση που, όχι μόνο στην Ελλάδα, σχεδόν διακόπηκε πλήρως: Απτό αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής αντεπίθεσης από το τέλος της δεκαετίας του ’70. Μέσα σε πλαίσιo εμπορευματοποίησης των πάντων και πλήρους υποταγής του λόγου στην εικόνα, ιδιαίτερα την τηλεοπτική, η τέχνη σε μεγάλο βαθμό αναλώθηκε στο να δημιουργεί για τη διαφήμιση κατ΄ αναλογία μιας θραυσματικής κι αποξενωμένης σύλληψης της πραγματικότητας. Ενώ η σχέση του καλλιτέχνη με την πολιτική συρικνώθηκε στο ρόλο του φορέα του λεγόμενου πολιτικά ορθού.

Ξέρουμε ότι σήμερα σ’ όλο τον κόσμο έχει ξεκινήσει μια πορεία αντίστροφης μέτρησης, συνάντησης και πάλι του έργου και του καλλιτέχνη με τη ζωή και τις ανάγκες της. Αυτό αντανακλάται πια στα σημαντικότερα πολιτιστικά γεγονότα. Από την επιστροφή στη διερεύνηση των αναζητήσεων των αρχών του περασμένου αιώνα, που εξέφραζε η μεγάλη έκθεση για το μοντερνισμό πέρυσι στο Λονδίνο, μέχρι τη μεγάλη διεθνή εικαστική έκθεση πέρυσι το καλοκαίρι στο Μόναχο με δημιουργίες αποκλειστικά μετά το έτος 2000 και τίτλο «Επιστροφή στην εικόνα» ή το έντονα πολιτικό φετεινό Φεστιβάλ θεάτρου της Αβινιόν. Στην Ελλάδα επίσης η καλλιτεχνική μήτρα φαίνεται και πάλι να γίνεται γόνιμη. Για να γεννήσει όμως χρειάζονται και οι συνθήκες: Να δυναμώσουν τα κινήματα αλληλένδετα με μια μεγάλη ενωτική και ριζοσπαστική αριστερά.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Αυγή στις 26 / 08 / 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια: